top of page

Χατζησταυράκης, Γιώργος-"Ο ΚΑΚΟΗΘΗΣ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ"

Ο ΚΑΚΟΗΘΗΣ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

 

Γιώργος Χατζησταυράκης

 

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Ο Rosenfeld στο άρθρο του "A clinical approach to the psychoanalytic theory of the life and death instincts: an investigation into the aggressive aspects of narcissism", (1971), περιγράφει τη στροφή της Ενόρμησης Θανάτου προς το Εγώ, και την ονομάζει Αρνητικό Ναρκισσισμό. Πρόκειται για την εξιδανίκευση των καταστροφικών μερών του εαυτού, τα οποία θεωρούνται παντοδύναμα. Τα μέρη αυτά κατευθύνονται τόσο εναντίον κάθε θετικής λιβιδινικής σχέσης με τα αντικείμενα, όσο και εναντίον κάθε λιβιδινικού μέρους του εαυτού, που βιώνει θετικά συναισθήματα για ένα αντικείμενο και επιθυμία να σχετισθεί με αυτό. Αυτός ο Καταστροφικός (ή Κακοήθης) Ναρκισσισμός εμφανίζεται ιδιαίτερα οργανωμένος, σαν μια μαφιόζικη, εσωτερική συμμορία η οποία κυριαρχεί επί των θετικών μερών της προσωπικότητας ασκώντας εκφοβισμό, εξαπάτηση, πονηριά, προπαγάνδα ή/και αποπλάνηση.

 Παρόμοιες ψυχικές δομές περιγράφονται από τον Fairbairn (εσωτερικός σαμποτέρ, 1952), τον Bion (ψυχωτικό μέρος της προσωπικότητας, Υπερεγώ καταστροφικό του Εγώ, 1959, 1962), τον Britton (Υπερεγώ καταστροφικό του Εγώ, 1998), και παραπέμπουν στο Υπερεγώ του μελαγχολικού ως ένα πεδίο καλλιέργειας της Ενόρμησης Θανάτου (Freud, 1923) και το Αρχαϊκό Σαδιστικό Υπερεγώ της Klein (1933). O Steiner (1993) βασιζόμενος κυρίως στο έργο του Rosenfeld, περιγράφει τον σχηματισμό Παθολογικών Οργανώσεων της Προσωπικότητας με πολύπλοκους αμυντικούς σχηματισμούς που στόχο έχουν την αντιμετώπιση της εσωτερικής καταστροφικότητας και του φθόνου. Τα βασικά χαρακτηριστικά των οργανώσεων αυτών είναι, σύμφωνα με τον Hinshelwood (1994): α. η προσωπικότητα είναι αμυντικά οργανωμένη κατά της Ε. Θ., β. υπάρχει εσωτερική επικράτηση των δυνάμεων αντι-ζωής, γ. οι δυνάμεις αυτές υποστηρίζονται από μία εσωτερική προπαγάνδα ότι ο θάνατος είναι ανώτερος της ζωής και έτσι κάθε θετική αξία υποκύπτει, και δ. η ανάλυση συχνά "κολλάει" σ’ ένα αδιέξοδο, δεν προχωράει, καθώς ο αναλυτής εντάσσεται ναρκισσιστικά στο αμυντικό σύστημα του αρρώστου, που τον προστατεύει από τον πόνο του ζην. Σύμφωνα με τον Steiner, πρόκειται για Ψυχικά Καταφύγια, που στόχο έχουν να αντιμετωπίσουν τις πρωτόγονες καταστροφικές ενορμήσεις του υποκειμένου. Οι αρχαϊκοί μηχανισμοί άμυνας κυριαρχούν (προβλητική ταύτιση, άρνηση, διάψευση, διάσπαση, εξιδανίκευση και υποτίμηση). Η πραγματικότητα, εσωτερική και εξωτερική, διαψεύδεται με διαστροφικό τρόπο. Η παντοδύναμη φαντασίωση επικρατεί, καθώς και η ανάγκη ελέγχου επί του αντικειμένου. Ο διαχωρισμός και η διαφορετικότητα εαυτού " αντικειμένου αποφεύγονται. Η ίδια η ανάλυση χρησιμοποιείται σαν καταφύγιο για τον άρρωστο, ώστε τίποτα να μην αλλάζει στον ψυχισμό του. Προκύπτει τότε ένα θεραπευτικό αδιέξοδο (Rosenfeld, 1987). Ο αναλυτής πρέπει κάθε στιγμή να προσπαθεί να αντιληφθεί τι ρόλο παίζει στην αμυντική κατασκευή του αρρώστου, δίνοντας έμφαση κυρίως στα αντιμεταβιβαστικά του συναισθήματα.

Τα τελευταία 30 χρόνια έχει δημοσιευθεί μια πλούσια σχετικη βιβλιογραφία. Θα αναφέρω τα άρθρα των O’ Shaughnessy (1981, 1993, 1999), Sohn (1985), Joseph (1981, 1982, 1983), Riesenberg-Malcolm (1999), Brenman (1985), Segal (1993), B. Spillius(1988). Σύμφωνα με τον Feldlmann (2000), οι άρρωστοι αυτοί αντλούν μεγάλη σαδιστική ικανοποίηση λόγω της αποτυχίας του αναλυτή, και έντονη μαζοχιστική ικανοποίηση από την ήττα του λιβιδινικού μέρους του εαυτού, που επιθυμεί να ζήσει και να αναπτυχθεί. Θεραπευτικά, αν ο καταστροφικός εαυτός αναγνωρισθεί και εκτεθεί, μειώνεται ο παντοδύναμος έλεγχος που ασκεί επί της υπόλοιπης προσωπικότητας, και ο λιβιδινικός εαυτός απελευθερώνεται και ζωντανεύει. Ο άρρωστος αναγνωρίζει την ικανοποίηση που αντλεί από την καταστροφικότητά του, αλλά και πόσο κινδυνεύει από αυτήν.

Η κατανόηση και ερμηνεία του τρόπου αυτού λειτουργίας του ψυχισμού, η έκφρασή του με λόγια, τον καθιστά πιο επεξεργάσιμο και διαθέσιμο για σκέψη, και ο άρρωστος νιώθει πιο απαρτιωμένος, έστω και αν αυξάνεται το άγχος και η ενοχή. Το πέρασμα στα λόγια αυτών των καταστροφικών δυνάμεων μειώνει την σιωπηρή, ασυνείδητη επιθετικότητα που στρέφεται προς τον εαυτό και, κυρίως, το σώμα, και επιτυγχάνεται η έκφραση τους με πιο ρεαλιστικό και εποικοδομητικό τρόπο.

  

ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

 

Η Α είναι μία γυναίκα 40 ετών, παντρεμένη, μ’ ένα υιό 4 ετών. Έρχεται για ανάλυση γιατί θέλει να την βοηθήσω να διακόψει τον γάμο της. Είναι δικαστής. Συχνά εμφανίζει περιόδους πλήρους αδράνειας, αποσύρεται από τις καθημερινές της δραστηριότητες, μη αντέχοντας την επαφή με τους άλλους, ακόμα και με τον υιό της. Ακολουθούν περίοδοι έντονης δραστηριότητας, στις οποίες η Α βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, ανάμεσα σε τρία σπίτια, με το αυτοκίνητό της καταχτυπημένο λόγω της παρορμητικής, μανιακόμορφης συμπεριφοράς της.

Παρουσιάζει έντονα ξεσπάσματα θυμού και βίας, το μίσος αναβλύζει από μέσα της "σαν αρτεσιανό φρέαρ", και συνοδεύεται από σαδιστικές φαντασιώσεις για τους γύρω της. Τα βίαια αυτά ξεσπάσματα συνυπάρχουν με υποταγμένες συμπεριφορές. Η Α επιτρέπει παθητικά στους άλλους να την εκμεταλλεύονται, παρέχοντας "γην και ύδωρ", και αδυνατώντας να προστατέψει τον εαυτό της στις διεισδύσεις τους. Συχνά την καταλαμβάνει έντονος φόβος θανάτου, τόσο για τους δικούς της όσο και για την ίδια: φοβάται ότι έχει καρκίνο. Τρέμει στην ιδέα να χάσει τους δικούς της. Μια ζωή θυμάται να πάσχει: κρυολογήματα, ωτίτιδες, διαστρέμματα και τραυματισμοί. Κρίσεις βουλιμίας, βρογχοκήλη, μεταγεννητικός διαβήτης, ημικρανίες, αλλεργίες, κωλικοί εντέρου. Συχνά παθαίνει λιποθυμικές κρίσεις, "petit mal" τις αποκαλεί.

Ο κόσμος της, όπως αναδύεται στη θεραπεία, είναι ακραίος, αντιφατικός και αποσπασματικός, οι σχέσεις της ναρκισσιστικές. Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση στα λόγια της και αποκαλύπτεται σιγά-σιγά σαν το βασικό μοτίβο της ψυχικής της πραγματικότητας είναι το μαύρο χρώμα. Μια διάχυτη απαισιοδοξία, αμφισβήτηση, ειρωνεία και κυνικότητα. Θεμελιωδώς δύσπιστη, αμφισβητεί και σαρκάζει κάθε τι που παραπέμπει και σε θετική αξία: νόμος, τάξη, πολιτισμός, πρόοδος, δημιουργικότητα, ενδιαφέρον, συντροφικότητα, αγάπη. Αντίθετα, για την Α οι ανθρώπινες σχέσεις βασίζονται στην αμοιβαία εκμετάλλευση: δίνεις κάτι για να πάρεις κάτι. Πάντα υπάρχει από πίσω ένα υστερόβουλο κίνητρο. Ο πολιτισμός και οι νόμοι είναι υποκριτικές συμβάσεις, μία μπλόφα. Η ίδια νιώθει σαν μία κινούμενη βόμβα έτοιμη να εκραγεί, να σαμποτάρει το σύστημα. Στο γραφείο της έχει κρυμμένη μία φωτογραφία που θαυμάζει συχνά: Το αιμόφυρτο πρόσωπο ενός τρομοκράτη, που μόλις έχει σκοτωθεί. Οι διάφορες κοινωνικές δραστηριότητες είναι αφόρητες, γραφειοκρατικές συνάξεις. Η Α στην τελετή του γάμου της νιώθει έντονη πλήξη και εκνευρισμό: τελικά λιποθυμάει.

Σκέφτομαι ότι αυτή η γυναίκα προσπαθεί με νύχια και με δόντια, να μη βιώσει ψυχικό πόνο, πόνο που αφορά την αποδοχή και επεξεργασία των δεδομένων-ψυχικών επιτευγμάτων της Καταθλιπτικής Θέσης κατά M. Klein: ότι το αντικείμενο είναι άλλο, διαφορετικό και ξεχωριστό απ’ αυτήν, και καλό και κακό, ότι και η ίδια είναι και καλή και κακή. Δεν αντέχει να αποδεχτεί την απώλεια, την έλλειψη, τον χωρισμό, τον θάνατο. Δεν μπορεί να πενθήσει. Πάσχει όμως, καθημερινά, από ένα σωρό "μικρούς θανάτους". Σιγοντάρει καθετί αρνητικό σε σχέση με καθετί θετικό, η αρρώστια και η αταξία κυριαρχούν. Ζει με μαύρα γυαλιά.

Δεν θα αναφέρω λεπτομέρειες από το ιστορικό της, φαίνεται πάντως ότι η Α βίωσε τα πρώτα χρόνια της ζωής της αρκετά τραυματικά. Ενώ η μητέρα της κυοφορούσε την Α, έχασε τον πατέρα της. Φαίνεται ότι έπεσε σε μεγάλο πένθος, φορούσε μαύρα για μεγάλο διάστημα. Η Α θυμάται να μιλάνε για γιατρούς και φάρμακα.

Οι επιθέσεις της σε μένα και στη θεραπεία είναι συχνές: η ψυχανάλυση είναι ένα διανοητικό παιχνίδι χωρίς συναισθηματική συμμετοχή, μια αυθαίρετη σύμβαση, μία εξουσία που επιβάλλεται από τον ψυχαναλυτή με δογματικό τρόπο. "Τι άλλο είναι το ντιβάνι παρά μία ψυχαναγκαστική διατήρηση απαρχαιωμένων μεθόδων. Το αναλυτικό πλαίσιο και το συμβόλαιο είναι γραφειοκρατικές εξουσίες που αποκλειστικό στόχο έχουν την εκμετάλλευση. Εγώ πάντως εκτονώνομαι, και σεις αμείβεστε και, στην καλύτερη περίπτωση, συλλέγετε υλικό για δημοσιεύσεις!"

Συνήθως με υποτιμάει, γνωρίζει από πριν ό,τι της λέω, άλλωστε σπάνια λέω κάτι πρωτότυπο. Θεωρεί ότι κάνει αυτοανάλυση, αναλύει μόνη της τα όνειρά της. Με ρωτάει επίμονα από τι πάσχει, αν πάσχει τελικά, και αν χρειάζεται θεραπεία, με πιέζει να της δώσω μία ψυχιατρική διάγνωση. Τις ιδέες της τις υπερασπίζεται με φανατισμό, τα επιχειρήματά της είναι πολύπλοκα και λεπτεπίλεπτα, τίποτα δεν μπορεί να κλονίσει την κοσμοθεωρία της. Όσο και αν προσπαθώ να υπερασπιστώ τις θετικές πλευρές της ζωής και την ανάλυση, δεν ακούγομαι. Συχνά νιώθω να χτυπάω πάνω σε τοίχο, σ’ ένα άκαμπτο αμυντικό κατασκεύασμα ("γυάλινο κώδωνα" τον αποκαλεί). Η Α αισθάνεται δικαιωμένη, εγώ άδειος και ηττημένος. Νιώθω συχνά αδύναμος θεραπευτικά και θυμωμένος. Πολλές φορές, όταν σε μία συνεδρία αισθάνεται να την καταλαβαίνω, και έρχεται σε επαφή με την ψυχική της πραγματικότητα, στην επόμενη καθυστερεί, έχει ξεχάσει τι είχαμε συζητήσει, αρνείται να σκεφτεί. Πρέπει εγώ, ξανά και ξανά, να θυμάμαι και να συνδέω. Ή, έρχεται με το στόμα της γεμάτο άφθες. Στα όνειρά της με βλέπει σαν φάντασμα, μία εικόνα χωρίς σάρκα και οστά, μία οπτασία που την βλέπει μόνο η Α και μπορεί να την κάνει ό,τι θέλει. Αναφέρω δύο χαρακτηριστικά όνειρα από εκείνη την περίοδο, όνειρα που δείχνουν πόσο η Α ταυτίζεται μ’ ένα καταστροφικό εσωτερικό αντικείμενο το οποίο επιτίθεται στον εαυτό της και την ανάλυση, και πόσο η ίδια σιγοντάρει αυτή την πλευρά, η οποία την τρομοκρατεί αλλά και την σαγηνεύει ταυτόχρονα, την εξουσιάζει.

1."Βλέπω την φίλη μου την Γ, μένει πάνω από μένα. Τελευταία είναι χάλια, οι γονείς της μου λένε ότι έχει κατάθλιψη και ιδέες αυτοκτονίας, μου ζητούν βοήθεια. Πηγαίνουμε με την Γ στην παρουσίαση ενός ψυχαναλυτικού βιβλίου. Εκεί βρίσκονται πολλοί αναλυτές. Ξέρω ότι η Γ θέλει να της συστήσω κάποιον, εγώ όμως αμφιβάλλω, καθυστερώ, δεν το κάνω. Φεύγοντας περνάμε από ένα σταθμό τραίνου. Η Γ μου λέει ότι θ’ ανέβει στη γέφυρα να δει τη θέα από ψηλά, υποψιάζομαι τι πάει να κάνει, αλλά δεν την εμποδίζω, νιώθω μεγάλη διέγερση. Ακούω τον γδούπο του κορμιού της καθώς χτυπάει στο έδαφος".

2."Είμαι δέκα ετών, στο εξοχικό σπίτι με τους γονείς μου, κάνω ποδήλατο. Κάπου έξω από το χωριό είναι μία παράγκα με βαμπίρ. Το ξέρω ότι είναι επικίνδυνο, άλλα νιώθω μία ακατανίκητη επιθυμία να πάω εκεί. Πλησιάζω και ρίχνω πέτρες στην παράγκα. Βγαίνει ένα βαμπίρ, μοιάζει με την μητέρα μου και αρχίζει να με κυνηγάει. Προσπαθώ να ξεφύγω και φτάνω σε μία διασταύρωση. Ο ένας δρόμος οδηγεί στο χωριό, ο άλλος σε μια εκκλησιά, νοσοκομείο, κάτι τέτοιο. Στρίβω προς το χωριό, γιατί δεν πιστεύω. Το βαμπίρ με πλησιάζει".

 

Μετά από δύο χρόνια ανάλυσης η Α νιώθει καλύτερα, πολλά συμπτώματα έχουν υποχωρήσει, διστάζει όμως να αποδώσει την πρόοδο αυτή στην ανάλυση. Αν η Α αναγνωρίσει ότι την βοηθάω, ότι είμαι σημαντικός γι’ αυτήν, μπορεί να νιώσει ότι εξαρτιέται από εμένα. Η εξάρτηση όμως μπορεί να προκαλέσει συναισθήματα ματαίωσης, φθόνου, μίσους, και η Α μάχεται συστηματικά εναντίον αυτών των επώδυνων συναισθημάτων. Γι’ αυτό η Α πρέπει να με υποτιμάει και να με ελέγχει παντοδύναμα, με κάθε τρόπο. Εγώ και αυτή είμαστε το ίδιο, δεν είμαι άλλος από αυτήν. Δεν είμαι σημαντικός γι’ αυτήν, δεν με χρειάζεται, μπορεί να σχετίζεται μαζί μου όπως και όποτε θέλει. Η Α συνδέεται περισσότερο με την ανάλυση και λιγότερο με εμένα, όπως λέει ο Green (1983).

Ένα ξαφνικό πρόβλημα υγείας με αναγκάζει να διακόψω την ανάλυση για ενάμισι περίπου μήνα. Όταν επιστρέφω, η Α έχει χάσει δύο φίλες συναδέλφους της, μετά από μακρόχρονη πάλη με τον καρκίνο. Είναι η εποχή της καταστροφής των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη, μετά από τρομοκρατική επίθεση. Η Α βρίσκεται σε μία κατάσταση έντονου θυμού, εκνευρισμού και επιθετικότητας. Ο θυμός της ξεχειλίζει, χωρίς να τον εκδηλώνει άμεσα σε μένα. Τελικά παθαίνει μία κρίση μίας αυτοάνοσης, φλεγμονώδους νόσου του εντέρου.

Το επόμενο διάστημα εγώ νιώθω απογοητευμένος, απελπισμένος, είμαι σε σύγχυση. Αμφιβάλλω αν μπορώ να βοηθήσω την Α. Είναι η καταστροφικότητα της Α παντοδύναμη; Αν και θέλω να τη βοηθήσω, τελικά την βλάπτω; Είναι η Α κατάλληλη για ψυχανάλυση; Είμαι ικανός αναλυτής; Η Α είναι από τα πρώτα περιστατικά που αναλαμβάνω σε κανονική ανάλυση. Είναι μια "δύσκολη άρρωστη". Μήπως κάποιος άλλος ψυχαναλυτής, πιο έμπειρος και ικανός, θα την βοηθούσε περισσότερο; Θυμώνω με την ψυχανάλυση. Πόσο επίπονος και απαιτητικός, πόσο υπεύθυνος είναι ο ρόλος του αναλυτή στην αναλυτική διαδικασία. Εγώ πιστεύω στην ψυχανάλυση; Νιώθω αμφιβολία μέσα μου, αγωνία, ανασφάλεια, θλίψη. Σκέφτομαι να σταματήσω τη θεραπεία και να παραπέμψω την Α σε άλλον αναλυτή. Η αναλυτική μου λειτουργία έχει ανασταλεί, δεν εμπλέκομαι συναισθηματικά με την Α. Οι συνεδρίες κυλούν χωρίς τριβές, χωρίς θόρυβο και κραδασμούς, σε συμφωνία με την δική της ναρκισσιστική λειτουργία. Το υλικό της Α αγγίζει και τις δικές μου καταστροφικές πλευρές, τα δικά μου άγχη θανάτου, τις δικές μου ναρκισσιστικές ανάγκες, τις οποίες κάποιες φορές αποφεύγω να αντιμετωπίσω. Πόσο δύσπιστος είμαι κι εγώ; Πόσο εμπιστεύομαι; Πόσο ασφαλής και σίγουρος νιώθω;

Καταλαβαίνω ότι τα μαύρα γυαλιά της Α έχουν γίνει και δικά μου, και πώς, για να ξεπεράσω αυτό το θεραπευτικό αδιέξοδο, πρέπει να επανασυνδεθώ, να στηριχτώ και να συνομιλήσω ξανά με τα δικά μου αγαπημένα, θετικά αντικείμενα, εσωτερικά και εξωτερικά:τον αναλυτή μου, τον επόπτη μου, τους συναδέλφους μου, τα αγαπημένα μου πρόσωπα, την ψυχανάλυση. Σαν να πρέπει να επανεγκατασταθεί μέσα μου η ψυχανάλυση σαν ένα ισχυρό, σταθερό, καλό αντικείμενο, ώστε να ζωντανέψω ξανά αναλυτικά, και να λειτουργήσω και εγώ σαν ένα νέο, καλό, διορθωτικό αντικείμενο για την Α, που θα περιέχει τις καταστροφικές της προβολές και θα τις επιστρέψει μεταλλαγμένες, σαν container δηλαδή, σύμφωνα με τον Βion, (1962, 1970), ώστε να δυναμωθεί και να σταθεροποιηθεί το δικό της καλό εσωτερικό αντικειμένο, τόσο εύθραυστο και επισφαλές.

Ένα βράδυ, φεύγοντας από το γραφείο μου μετά από μία συνεδρία με την Α, μου μπαίνει ξαφνικά στο μυαλό η ιδέα ότι η Α θα μπορούσε να είναι μέλος της 17 Νοέμβρη. Τις μέρες αυτές κυκλοφορούν έντονες φήμες για πιθανές επικείμενες συλλήψεις μελών της οργάνωσης. Νιώθω μία ζωηρή έκπληξη γι’ αυτή μου την φαντασίωση, καθώς και ένα αίσθημα απειλής. Για πρώτη φορά νιώθω φόβο με την Α. Αισθάνομαι ότι η αναλυτική μου επικοινωνία έχει αποκατασταθεί. Η Α έρχεται στην επόμενη συνεδρία με το εξής όνειρο: "Είμαι μέλος μιας τρομοκρατικής, λάθος, επαναστατικής οργάνωσης. Είμαστε όλοι μαζεμένοι σε μία γιάφκα. Ο αρχηγός μου αναθέτει να σκοτώσω κάποιον. Μπαίνω σ’ ένα μεγάλο όχημα, σαν container, πλησιάζω τον οδηγό από πίσω, δεν βλέπω το πρόσωπό του, καταλαβαίνω όμως ποιος είναι. Τον πνίγω με τα χέρια μου, νιώθοντας άγρια χαρά. Διευθύνω εγώ η ίδια τώρα το φορτηγό και τα καταφέρνω μία χαρά, το παρκάρω όμως τελικά έξω από τη γιάφκα. Σκέφτομαι ότι ίσως έτσι προδώσω τους συντρόφους μου. Με διατάζουν να παραδοθώ. Κατευθύνομαι προς το αστυνομικό τμήμα. Οι σύντροφοί μου μάλλον με εκμεταλλεύθηκαν, αλλά δεν με νοιάζει. Έτσι κι αλλιώς τίποτα δεν έχει νόημα. Νιώθω μεγάλη ευχαρίστηση γιατί ξοδεύομαι, για το χάος και την αταξία".

Αναλυτής: Νομίζω ότι στο όνειρο αυτό με σκοτώνετε για τα καλά…

Α: Και κάνω μόνη μου θεραπεία. Κοιτάξτε, είναι σίγουρα πιο κατοχυρωμένη μέσα μου, το βλέπω ότι με βοηθάει, νομίζω ότι την υπερασπίζομαι περισσότερο τουλάχιστον προς τα έξω, με τους άλλους, όμως μέσα μου, πιο βαθιά, δεν ξέρω… Ο άλλος μου εαυτός, ο κακός, ο μαύρος. Ένα μικρό διαβολάκι που κοροϊδεύει και σαρκάζει τα πάντα. Θυμάμαι τους "Δαιμονισμένους" του Ντοστογιέφσκι, εκεί ένας ήρωας αυτοκτονεί αφήνοντας πίσω του μια ζωγραφιά μ’ ένα διαβολάκι που κοροϊδεύει. Αυτός είναι ο κόσμος μου, τι να κάνω, από πάντα ένιωθα έτσι, εσείς πρέπει να με πείσετε για το αντίθετο, να δώσετε μάχη γι’ αυτό.

Αναλυτής: Είναι σα να γίνεται ένας πόλεμος μέσα σας ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, κάθε στιγμή, κι αυτός ο πόλεμος εκθέτει σε μεγάλο κίνδυνο κι εσάς και την ανάλυσή σας.

Α: Πάντα είχα την εντύπωση ότι ελέγχω τη ζωή μου. Ότι ποτέ δεν θα πιάσω πάτο, πάντα θα βγαίνω στον αφρό… Ξέρετε πάντα χλεύαζα την τελευταία σκηνή στον "Εξορκιστή", όπου ο ιερέας αυτοκτονεί για να ξορκίσει το κακό και να σωθεί το δαιμονισμένο κοριτσάκι. Δεν πιστεύω στον αλτρουισμό, ότι κάποιος μπορεί να νοιαστεί περισσότερο για τον άλλον και λιγότερο για τον εαυτό του. Πρέπει να πεθάνεις για να ξορκίσεις το κακό;

Στη συνεδρία αυτή, καθώς και στις επόμενες, η Α μιλάει ανοιχτά για το μίσος της προς εμένα και την ανάλυση, και προς το μέρος του εαυτού της που εκτιμάει και στηρίζει τη θεραπεία. Σιγά-σιγά αναγνωρίζει καλύτερα την καταστροφικότητά της και μιλάει γι’ αυτήν. Αρχίζει να σχετίζεται μαζί της.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

BION W.R. (1959): Attacks on linking. Int J Psychoanal, 40 : 308-315

BION W.R. (1962): A theory of thinking. Int J Psychoanal 43 : 306 - 310

BION W.R. (1970): Attention and interpretation. Tavistock.

BION W.R. (1962): Learning from experience. Heinemann.

BRITTON R. (1998): Belief and imagination. Brunner – Routledge.

FAIRBAIRN R. (1952): Psychoanalytic studies of the personality. Routledge &

                                         Kegan Paul

FELDMANN M. (2000): The manifestation of death instinct in clinical work.

                                           Int J Psychoanal, 81 : 53 – 65

FREUD S. (1923): The Ego and the I.d. S.E. 19.

GREEN A. (1983): The dead mother. In: On private madness (1986).

                                    London, Hogarth Press.

HINSHELWOOD R.D. (1994): Clinical Klein. London, F.A.B.

KLEIN M. (1933): The early development of conscience in the child.

                                The writings of Melanie Klein, vol 1 : 145-174

ROSENFELD H. (1971): A clinical approach to the psychoanalytic theory of the life and death instincts: an investigation into the aggressive aspects of narcissism. Int I Psychoanal, 52 : 169-178.

ROSENFELD H. (1987): Impasse and interpretation. London, Tavistock

STEINER J. (1993): Psychic reatreats. London, Routledge.

bottom of page