top of page

Νάρνου, Μερόπη - "Η θεά Εστία, συμβολισμοί και μύθοι γύρω απ’ την υιοθεσία"


"Η θεά Εστία, συμβολισμοί και μύθοι γύρω απ’ την υιοθεσία"


Μερόπη Νάρνου, κλινική ψυχολόγος

 

Η μυθοπλασία, κυρίαρχη λειτουργία του ανθρώπινου ψυχισμού, αποτελεί ένα πεδίο κατανόησης και διαπραγμάτευσης της ανθρώπινης κατάστασης, σχηματοποιεί ψυχικές διεργασίες και απεικονίζει τη φαντασιωσική λειτουργία. Οι μυθικές μορφές και οι συμβολισμοί, προϊόντα πρώιμων φαντασιώσεων, καταδεικνύουν την ικανότητα του ανθρώπου στις αρχές του πολιτισμού, να διαισθάνεται, αν όχι να διερευνά εσωτερικά, τα αίτια των λογικών και των παράλογων πράξεων και να εικονίζει την ενδοψυχική σύγκρουση.


Η μυθική μορφή και οι συμβολισμοί της θεάς Εστίας και αρχαίοι μύθοι που συναντάμε γύρω απ’ την υιοθεσία θα μας βοηθήσουν στην προσπάθεια να ερμηνεύσουμε τη διαδικασία της υιοθεσίας, τα ζητήματα και τις περιπέτειες που συχνά προκύπτουν για παιδιά και γονείς του καιρού μας.


Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, προστάτιδα του σπιτιού και της οικογένειας ήταν η θεά Εστία. Πρωτότοκη κόρη του Κρόνου και της Ρέας, αντικείμενο θρησκευτικού θαυμασμού, της προσέφεραν τη πρώτη και την τελευταία θυσία σε κάθε γιορταστική σύναξη και στο όνομά της έδιναν τους πιο σημαντικούς όρκους. (Kerenyi, 1974).


Στο κέντρο του σπιτιού βρισκόταν η εστία, ο βωμός όπου έκαιγε φωτιά προς τιμή της θεάς. Την 5η ή την 10η μέρα από τη γέννηση ενός παιδιού και ταυτόχρονα με την ονοματοδοσία, ελάμβανε χώρα η τελετουργία των "Αμφιδρομίων" με περιφορά του βρέφους γύρω από την εστία. Σήμαινε την αναγνώριση του νεογέννητου από τον πατέρα και είχε σκοπό να εντάξει το παιδί στο χώρο του Οίκου και να το συνδέσει με τη θεά, προστάτιδα της οικογένειας. (Πετρή, 2006). 


Δίπλα στην εστία επίσης, έβαζαν να κάτσει ο ικέτης, αυτός που, όπως το υιοθετημένο παιδί, είναι εξόριστος από την πόλη του και αναζητά να ενταχθεί σε μία νέα ομάδα. Ο ξένος οδηγείται στην εστία γιατί δεν μπορεί να υπάρξει επαφή ή σχέση με κάποιον αν δεν έχει εισαχθεί πρώτα στον οικιακό χώρο. Λειτουργούσε δηλαδή, ως άνοιγμα του οικιακού κύκλου σε κάποιον που δεν ανήκει στην οικογένεια, ενσωματώνοντάς τον στην οικογενειακή κοινότητα. (Πετρή, 2006).


Είτε γεννημένος μέσα στον Οίκο λοιπόν, είτε ξένος-ικέτης, αναδεικνύεται η αναγκαιότητα για μία διαδικασία ένταξης στην οικογένεια και σύνδεσης με τη γενεαλογική γραμμή. Η συμβολική αναγνώριση είναι απαραίτητη καθώς δε συμπίπτει με τη φυσική, αλλά παραπέμπει σε μία ψυχική διαδικασία αποδοχής μέσα σ’ έναν οίκο - τον ψυχικό χώρο των γονέων - διαδικασία που είναι εξίσου απαραίτητη στη γέννηση και ακόμα περισσότερο στην υιοθεσία ενός παιδιού.


Υιοθετώ – η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από το "υιόν θέσθαι" που σημαίνει αναγνωρίζω και αποκτώ ως δικό μου ένα παιδί με υιοθεσία – εγκρίνω και αποδέχομαι ως δικό μου (Μπαμπινιώτης, 2002) . Αναφέρεται ήδη από τον ορισμό σε αρσενικό τέκνο, αυτό που θα συνεχίζει την πατρική γραμμή.


Στην αρχαία ελληνική κοινωνία ο θεσμός ήταν υπαρκτός με τον όρο "εισποίησις", από το έσω ποιώ, βάζω μέσα. Αφορούσε στην υιοθεσία ενήλικα και όχι νηπίου, με στόχο τη διαχείριση της περιουσίας του θετού πατέρα στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε φυσικός γιος. Ο υιοθετημένος ήταν σχεδόν πάντα στενός συγγενής, ο οποίος με την υιοθεσία εγκατέλειπε τη δική του οικογένεια και εγγραφόταν σε αυτή του θετού πατέρα. Ο αθηναϊκός νόμος επέτρεπε στον υιοθετημένο γιο να επιστρέψει στην αρχική του οικογένεια με την προϋπόθεση ότι θα είχε αφήσει πίσω στη θέση του ένα γνήσιο γιο ο οποίος θα συνέχιζε την κληρονομική γραμμή της οικογένειας.   


Αντίστροφα, σε μύθους που συναντάμε γύρω απ’ την υιοθεσία, είναι σχεδόν πάντοτε η εχθρότητα του πατέρα και η απειλή της εξουσίας του που οδηγεί στην έκθεση του παιδιού. Βλέπουμε ότι το μοτίβο της εγκατάλειψης συναντάται στην ιστορία της γέννησης και της νεότητας πολλών ηρώων, βασιλιάδων, θρησκευτικών ηγετών, που προέρχονται από διαφορετικούς λαούς, οι οποίοι συχνά ζουν σε απόσταση και ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλον. Δίας, Μωυσής, Κύρος, Ρωμύλος, Οιδίποδας, Κάρνα, Πάρις, Περσέας, Ηρακλής, και πόσοι άλλοι, ακολουθούν, σύμφωνα με τον Όττο Ρανκ (1909), ένα "μέσο μύθο" ο οποίος περιλαμβάνει μερικά βασικά στοιχεία: το παιδί είναι γόνος επιφανέστατων γονιών - κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της γέννησης γίνεται μία αναγγελία (με όνειρο ή με χρησμό) η οποία προειδοποιεί για το επικίνδυνο της γέννησης του και συνήθως απειλεί τον πατέρα - μετά από προτροπή του πατέρα ή αντιπροσώπου του, το νεογέννητο αντιμετωπίζεται σαν ξένος και προορίζεται να θανατωθεί ή να εκτεθεί. Σώζεται από ζώα ή ανθρώπους ταπεινής καταγωγής κι όταν μεγαλώνει μέσα από πολλές περιπέτειες βρίσκει τους επιφανείς γονείς του, εκδικείται τον πατέρα αφενός, αφετέρου όμως αναγνωρίζεται, αποκτά μεγαλεία και δόξα. Αυτός ο μύθος μοιάζει ν’ ανταποκρίνεται σε ένα ηρωικό σχήμα και μέσα απ’ αυτό να εξυψώνει τον ήρωα, αφού αυτός εξεγείρεται θαρραλέα κατά του πατέρα του και τον νικά, ζει και διασώζεται παρά τη θέλησή του. (Otto Rank, 1909 όπως αναφέρεται στον Freud, 1939).           


Πηγή αυτών των μύθων είναι το λεγόμενο "οικογενειακό μυθιστόρημα" που περιέγραψε ο Freud (1909, 1939), με το οποίο το παιδί τροποποιεί φαντασιακά τους δεσμούς του με τους γονείς του (Laplanche & Pontalis, 1981). Φαντάζεται ότι έχει δύο οικογένειες, την τωρινή που είναι ταπεινή και το υιοθέτησε και το ανάθρεψε ενώ υπήρχε μία πρώτη σημαντική οικογένεια που το αγαπούσε, στην οποία γεννήθηκε και που μία μέρα θα το σώσει. Και οι δύο οικογένειες αναπαριστούν την οικογένεια του παιδιού όπως την αισθάνεται στις διαδοχικές φάσεις της ζωής του. Με αυτή τη φαντασίωση καταφέρνει το παιδί να  συγκροτήσει το ναρκισσισμό του: δεν εγκαταλείπει το ιδεώδες του εγώ – αφού διασώζει τα απομεινάρια της σχέσης που είχε κάποτε με τους γονείς, πριν συνειδητοποιήσει τις ελλείψεις και την περιορισμένη τους δύναμη και ταυτόχρονα, αποδεχόμενο την ετερότητα μπορεί ν’ αναπτύξει μία προσωπική αίσθηση αυτονομίας και συναισθηματικής απόστασης απ’ τους γονείς.


Όσον αφορά το υιοθετημένο παιδί, βιώνει τη γνώση για την υιοθεσία του σαν ναρκισσιστικό πλήγμα (Schechter, 1960). Έρχεται αντιμέτωπο με την πραγματικότητα της εγκατάλειψης από τους φυσικούς γονείς ή σε κάποιες περιπτώσεις, με αναμνήσεις προηγούμενων σπιτιών απ’ τα οποία μπορεί να εκδιώχθηκε, γεγονός που μπορεί να δυσκολέψει την κατάκτηση της αίσθησης βασικής εμπιστοσύνης και μίας σταθερής ταυτότητας. Ο αναπαραστατικός κόσμος του υιοθετημένου παιδιού θα συμπεριλάβει δύο ζεύγη γονέων. Η ανάπτυξη της φαντασίωσης του οικογενειακού μυθιστορήματος επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα και κινδυνεύει να μην αποβεί εμπλουτιστική για τον ψυχισμό αλλά αντίθετα, να αποτελέσει μία προσπάθεια ελέγχου της πραγματικότητας (reality testing) ή να πάρει περισσότερο τη μορφή καταθλιπτικής ανάμνησης (Nickman, 1985). Αυτό ίσως δυσκολέψει τη σύμμειξη "καλών" και "κακών" γονεϊκών εικόνων των βρεφικών αντικειμενοτρόπων σχέσεων σε μία εφικτή, πιο ρεαλιστική ταυτοποίηση. (Brinich,1980)


Είναι βέβαια, σημαντική η παράλληλη διαδρομή των γονιών που καλούνται από την πλευρά τους να ενοποιήσουν τις "καλές" και τις "κακές" αναπαραστάσεις για το παιδί τους. Το άγχος τους μπορεί να οδηγήσει στην καταπίεση των ενστικτικών εκδηλώσεων του παιδιού. Οι δυσκολίες στη ναρκισσιστική κάθεξη του παιδιού από τη θετή μητέρα (του παιδιού που ακριβώς υπενθυμίζει τη δική της έλλειψη γονιμότητας) βρίσκει έκφραση στην αδυναμία της να δεχτεί τις ενστικτώδεις εκφράσεις του παιδιού (όπως είναι το βρώμισμα, η σεξουαλική περιέργεια, η επιθετικότητα που κατευθύνεται προς τους γονείς) – εκφράσεις που μπορεί να εκλαμβάνονται ως απόδειξη του "κακού αίματος του παιδιού" (Brinich,1980). Έτσι λοιπόν, αν, απ’ την πλευρά των γονέων, τα μέρη του παιδιού παραμένουν αποσυνδεδεμένα, αποδεκτά και μη αποδεκτά, θα έρθει αντιμέτωπο με το δίλημμα αν θα πρέπει να αρνηθεί ένα μέρος του εαυτού του υποκύπτοντας σε μία ψευδή εικόνα εαυτού ή να αρνηθεί τους γονείς, υιοθετώντας μία προκλητική συμπεριφορά.


Η σχάση στις γονεϊκές φιγούρες δημιουργεί προβλήματα σε κάθε εξελικτικό στάδιο, καθώς το παιδί χρειάζεται να συμπεριλάβει κάθε φορά δύο ζεύγη γονεϊκών αναπαραστάσεων. Δυσκολεύεται και στην επίλυση της οιδιπόδειας σύγκρουσης. (Brinich,1980) Η απαγόρευση της αιμομιξίας ισχύει και για το υιοθετημένο παιδί εφόσον πρόκειται για μία ψυχική απαγόρευση αλλά η μετάθεση σε άλλο αντικείμενο μπορεί να δυσχεραίνεται εφόσον δε γνωρίζει τους συγγενείς του εξ αίματος και σπρώχνεται, φαντασιακά, στη θέση του Οιδίποδα που δε γνώριζε ποιοι είναι οι φυσικοί γονείς του  μέχρι που ήταν ήδη πολύ αργά.


Αυτή τη δυσκολία σύμμειξης και ενοποίησης βλέπουμε στους ήρωές μας. Ο Οιδίποδας, σύμβολο του ματαιόδοξου και εξημμένου ανθρώπου, άνθρωπος με πατερίτσα, έρχεται αντιμέτωπος με τη μοίρα κάθε ανθρώπου. Η μοίρα αυτή εξαρτάται από τη λύση που θα δώσει κανείς στο αίνιγμα της ζωής, στη πανάρχαια σύγκρουση ανάμεσα στο πνεύμα και την ύλη, τη σύγκρουση της ενστικτικής έκφρασης και της πνευματικότητας. (Diel, 1966). Θυμωμένος, ήδη, ο Οιδίποδας από την εγκατάλειψη που έχει υποστεί, χωρίς συμβολικούς γονείς, δεν έχει αναστολή, σκοτώνει τον Λάιο και αποκτηνώνεται.

 

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση και του Ηρακλή, που γεννιέται από τη συνεύρεση του Δία με μία θνητή. Η ζήλια της Ήρας την κάνει να εχθρεύεται το παιδί, πράγμα που δηλώνεται κι απ’ τ’ όνομά του "κλέος της Ήρας" δηλαδή "ντροπή της Ήρας". Του στερεί επομένως και το ψυχικό της χάρισμα που είναι η προσφορά της αγάπης. Έτσι ο ήρωας αντιτίθεται στην ψυχική ένωση, παραμένει ανοικτή μέσα του η σύγκρουση της ισχυρής του πνευματικής ορμητικότητας, που κληρονόμησε από την πλευρά του Δία, και της τάσης του για σεξουαλική διαφθορά. Χωρίς την προσφορά της αγάπης, η Ήρα του στέρησε την ψυχική ένωση, ο σεξουαλικός πόθος δε μπορεί να μετουσιωθεί και παραμένει διαστροφικός. (Diel, 1966).


Η ζήλια της Ήρας ήταν που στέρησε αυτή την ιδιότητα κι από τον Πρίαπο, θεό του φαλλού. Εξαιτίας της, η Αφροδίτη γέννησε ένα παιδί δύσμορφο, με μεγάλη γλώσσα, πελώρια κοιλιά και δυσανάλογο φαλλό που έβγαινε στο πίσω του μέρος. Η Αφροδίτη πέταξε το παιδί από πάνω της, το αρνήθηκε και το εγκατέλειψε. Ένας βοσκός βρήκε το τέρας και αμέσως κατάλαβε ότι η παράξενη θέση του φαλλού του και ο ερμαφροδιτισμός του θα έφερναν ευφορία στα φυτά και τα ζώα. Αλλόκοτος θεός, αδιαφοροποίητος, ζώο και άνθρωπος μαζί, ερμαφρόδιτος, του έκαναν θυσίες γαιδάρων, συμβόλου της τρέλας. (Kerenyi, 1974). Πράγματι, ο Πρίαπος, στερείται τους συμβολικούς γονείς, την πνευματικότητα, δε μπορεί να παραιτηθεί από την ενορμητική ικανοποίηση, δεν αναστέλλει καθόλου την κινητικότητα του για να μπορέσει να σκεφτεί την απόλαυση. Πράττει αντί να σκέφτεται, ορμά για να πραγματοποιήσει μία αδιάλειπτη συνουσία. Θέλησε να επιτεθεί και να βιάσει ακόμα και την κοιμισμένη Εστία, που είχε ορκιστεί να παραμείνει παρθένα (Kerenyi, 1974). Φαλλικό ον που δεν έχει υποστεί ευνουχισμό, επιχειρεί να εισβάλει βίαια στο χώρο της Εστίας, να εισβάλει σ’ έναν οίκο, μία οικογένεια, απ’ όπου βίαια εκδιώχθηκε μετά τη γέννησή του.


Σύμφωνα με την πλειοψηφία των μελετών, το σύμπτωμα για το οποίο παραπέμπονται τα υιοθετημένα παιδιά είναι κυρίως συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται παρορμητική, υπερκινητική, προκλητική, επιθετική και αντικοινωνική {(Barnes, 1953); (Clothier, 1943); (Comments, 1972); (Eiduson and Livermore, 1953); (Goodman and Magno-Nora, 1975); (Jackson, 1968); (Menlove, 1965); (Nevrla, 1972); (Nickman, 1985); (Offord et al., 1969); (Reeves, 1971); (Schechter et al., 1964); (Simon and Senturia, 1966) όπως αναφέρονται από τον Brinich, 1980}. Μ’ αυτή τη συμπεριφορά, το παιδί φαίνεται να δοκιμάζει την αφοσίωση των γονιών του - μερικές φορές με καταστροφικό τρόπο, αφού η ανησυχία του δεν καταλαγιάζεται μετά την δοκιμασία και επαναλαμβάνει την πρόκληση. Σαν να επιχειρεί να επιβάλει μία αταξία, μία εισβολή των ενορμητικών δυνάμεων, προκαλώντας την τάξη που θέλουν να επιβάλουν οι γονείς. Μία πρόκληση μέσω της οποίας διεκδικεί την αποδοχή και την εμπερίεξη ολόκληρου του εαυτού του. Κι εδώ, μοιάζει να μην έχει επιτευχθεί η ενοποίηση, η πράξη κυριαρχεί και απουσιάζει ο επεξεργασμένος λόγος των συμβολικών γονέων. Το παιδί βρίσκεται μέσα στον οίκο της Εστίας αλλά λείπει η συμπληρωματική σ’ αυτήν μορφή του Ερμή. Στις σπάνιες απεικονίσεις της Εστίας σχεδόν πάντα, εμφανίζεται με τον Ερμή. Έτσι η σταθερότητα και η ακινησία της θεάς συνδέεται και προϋποθέτει την κινητικότητα του γοργοπόδαρου αγγελιοφόρου των θεών Ερμή. (Πετρή, 2006). Ο εμπεριέχων χώρος συμπληρώνεται από τη δυνατότητα περάσματος από ένα σημείο σε ένα άλλο και έτσι εξασφαλίζεται η ψυχική οργάνωση και η ψυχική κινητικότητα-λειτουργικότητα.


Μία διαδικασία που μπορούν να την διασφαλίσουν οι γονείς, όταν έχουν τη δυνατότητα να επεξεργαστούν την αμφιθυμία, χωρίς να καταφεύγουν στην εξωτερίκευση και την προβολή. Χρειάζεται να επεξεργαστούν το δικό τους ναρκισσιστικό πλήγμα λόγω της αδυναμίας να συλλάβουν -που επαναδραστηριοποιεί ενδεχόμενα προϋπάρχοντα τραύματα- τις πιθανές συγκρούσεις γύρω από τη σεξουαλικότητα, την αναπαραγωγή και τη γονεϊκότητα καθώς και τους λόγους που θέλησαν το παιδί. Χρειάζεται να έχουν επιτύχει την επίλυση οιδιπόδειων συγκρούσεων για να επιτρέψουν στον εαυτό τους να πάρουν το παιδί κάποιου άλλου χωρίς να κινητοποιηθεί η ενοχή που ίσως οδηγήσει να αισθάνονται σαν να έχουν κλέψει το θετό παιδί τους ή να πιέζονται στην εκδραμάτιση "φαντασιώσεων διάσωσης". Διεργασίες που μπορεί να επιβαρύνονται από την επίπονη διαδικασία της υιοθεσίας που θέτει τους γονείς "υπό κρίση και υπό αίρεση" και, παιδοποιημένους, τους κάνει να αισθάνονται ότι χρειάζεται να αποδείξουν την ικανότητα να είναι γονείς, απέναντι στις "υπηρεσίες" και στη φαντασίωση εξιδανικευμένων γονεϊκών μορφοειδώλων.


Η επεξεργασία αυτών των ζητημάτων θα καταστήσει εφικτή τη δημιουργία μίας αναπαράστασης για το παιδί ότι είναι επιθυμητό και μίας ανάμνησης από μία εποχή που θα ένιωθε άξιο και αξιαγάπητο από τους μυθικούς του γονείς. Θα δούμε στη συνέχεια με ποιόν τρόπο η θεραπεία επιχειρεί να γίνει ένας χώρος δημιουργίας τέτοιων αναπαραστάσεων, ένας χώρος προστασίας και "εισποίησης" όλων των πλευρών του εαυτού.

 

Βιβλιογραφία

Brinich, P. M. (1980). "Some potential effects of Adoption on Self and Object

Representations". Psychoalanytic Study of the Child, 35:107.

Diel, P. (1966). Ο Συμβολισμός στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία, 5η έκδοση, εκδ.

Χατζηνικολή. Αθήνα.

Freud, S. (1939). Ο Άνδρας Μωυσής και η Μονοθεϊστική Θρησκεία, Εκδ.

Επίκουρος. Αθήνα. (έκτη έκδοση 1993)

Kerenyi, K. (1974). Η Μυθολογία των Ελλήνων, 9η έκδοση (2003), Βιβλιοπωλείον

της "Εστίας", Ι.Δ. Κολλάρου &ΣΙΑς ΑΕ. Αθήνα.

Laplanche, J. & Pontalis, J.-B. (1981). Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης, εκδ. Κέδρος.

Αθήνα (1986).

Μπαμπινιώτης, Γ. (2002). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Κέντρο Λεξικολογίας

Ε.Π.Ε. Αθήνα.

Nickman , S.L. (1985). "Losses in Adoption - The Need for Dialogue",

Psychoanalytic Study of the Child, 40:365.

Πετρή, Ε. (2006). "Εστία, η Θεά του Οίκου", Περιοδικό "ΔΙΙΠΕΤΕΣ", τευχ. 55.

Schechter, M.D. (1960). "Observations on adopted children". Arch. Gen. Psychiat.

3, 21-32.

bottom of page